
Τα DreadOut, είναι μια σειρά παιχνιδιών που την είχα ακουστά και γνώριζα από παλιά την ύπαρξη τους, χωρίς όμως να έχω ασχοληθεί πραγματικά. Γενικά, έχω μια αγάπη στα horror παιχνίδια και ειδικά σε λίγο πιο ασυνήθιστες εμπειρίες, που η Ασία ξέρει να προσφέρει. Έτσι, ήταν μια πολύ καλή ευκαιρία μιας και αυτή η συλλογή έρχεται στα μέσα του Ιανουαρίου, πριν τον μεγάλο χαμό που αναμένουμε μέσα στο έτος, να ασχοληθώ με κάτι που ήθελα καιρό και δύσκολα θα έβρισκα χρόνο να το χωρέσω μελλοντικά.
Η σειρά DredOut λοιπόν, μπορεί εμπορικά να μην έχει εδραιωθεί σαν ένα δυνατό franschise, αλλά έχει ικανοποιήσει τους αρχικούς δημιουργούς, Digital Happiness, στο θέμα εσόδων. Την ανανεωμένη συλλογή που περιλαμβάνει το αρχικό DreadOut και το DreadOut: Keepers of the Dark, την έχουν αναλάβει η PT Digital Semantika Indonesia, με εκδότη τη SoftSource. Θεωρώ πως βρήκαν ένα πολύ έξυπνο παράθυρο κυκλοφορίας, σε μια περίοδο που ακόμα δεν υπάρχουν μεγάλες κυκλοφορίες και σίγουρα θα επωφεληθεί από αυτό.
Στα παιχνίδια αυτά, αναλαμβάνουμε τον ρόλο της Linda μια νεαρής μαθήτριας που έρχεται αντιμέτωπη με μεταφυσικές καταστάσεις. Η συλλογή αυτή η αλήθεια είναι ότι κάνει εύκολη τη “δουλειά” μου στην άποψη του review, καθώς πέρα από την ιστορία δε συναντάμε καμία διαφορά στα παιχνίδια. Ο τεχνικός τομέας, το οπτικό κομμάτι, το sound design ακόμα και η διάρκεια των παιχνιδιών είναι ακριβώς ίδια και φαίνεται σαν να είναι ένα ενιαίο παιχνίδι. Κάτι που θεωρητικά ισχύει, καθώς το Keepers of the Dark πρόκειται για το πρόσθετο περιεχόμενο του αρχικού Dreadout, γεννώντας μου την απορία εν τέλη για το αν όντως πρόκειται για συλλογή ή μια complete edition του αρχικού παιχνιδιού, φρεσκαρισμένη.
Ξεκινώντας με την ειδοποιό διαφορά μεταξύ των παιχνιδιών λοιπόν, στο αρχικό παιχνίδι ακολουθούμε την Linda, η οποία βρίσκεται παγιδευμένη σε μία εγκαταλελειμμένη και μυστήρια πόλη. Βρέθηκε εκεί με ένα μικρό γκρουπ συμμαθητών της, αφού συνάντησαν στον δρόμο τους εμπόδια, που το όχημα που τους μετέφερε δε μπορούσε να ξεπεράσει. Επιλέγοντας λοιπόν να αναζητήσουν καταφύγιο στην πιο κοντινή πόλη, πολύ σύντομα διαπιστώνουμε ότι είναι στοιχειωμένη και ότι όλοι οι φίλοι μας έχουν εξαφανιστεί. Αρχικός μας στόχος είναι να ξεδιπλώσουμε το κουβάρι με τις μυστήριες εξαφανίσεις, αλλά κυρίως να επιβιώσουμε από τις επιθέσεις των φαντασμάτων που βρίσκονται παντού. Είναι αρκετά ατμοσφαιρικό και του αρέσει να παίζει πολύ με το αναπάντεχο. Η εξερεύνηση μας κρατάει συνεχώς σε εγρήγορση και το μυστήριο της ιστορίας σίγουρα κινεί την περιέργεια.
Στο DreadOut: Keepers of the Dark τα πράγματα όσο αφορά την ιστορία είναι πολύ πιο απλά, καθώς εδώ κυριαρχεί κυρίως η δράση. Η Linda βρίσκεται και πάλι παγιδευμένη σε μία σκοτεινή διάσταση. Εκεί, βρίσκει γύρω της οχτώ πόρτες που η κάθε μία οδηγεί σε έναν μικρό και αφιλόξενο κόσμο που κατοικείται από κακόβουλα πνεύματα. Εφόσον εξερευνήσουμε κάθε κόσμο και εξαγνίσουμε κάθε πνεύμα που θα συναντήσουμε, η Linda θα οδηγηθεί σε μία τελευταία πόρτα, με ακόμα μία μυστήρια παρουσία και τελευταία δοκιμασία. Σε αυτό το παιχνίδι ήταν ξεκάθαρο από τα πρώτα λεπτά η προσέγγιση, με μόνο μυστήριο να προκαλεί η παρουσία της τελευταίας πόρτας. Ήταν σαν μια συνεχής μάχη με bossfights, που για να είμαι ειλικρινής μου στέρησε το αίσθημα του horror.
Το μόνο μας εργαλείο και στα δύο παιχνίδια για να μείνουμε ζωντανοί από τις επιθέσεις των φαντασμάτων, είναι το κινητό μας τηλέφωνο και πιο συγκεκριμένα η κάμερα. Τραβώντας τα φωτογραφία συνεχόμενα όταν τα εντοπίσουμε, τους κάνουμε ζημιά και ύστερα από μερικά κλικ (ανάλογα τη δυσκολία του φαντάσματος), τα εξαγνίζουμε. Μέσω της κάμερας μπορούμε να εντοπίσουμε όχι μόνο πνεύματα, αλλά και κρυμμένα μυστικά, όπως περάσματα και αντικείμενα. Για παράδειγμα, ένας τοίχος μπορεί να έχει κάποιο άνοιγμα που χωρίς την κάμερα δε θα είναι ορατός, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για να συνεχίσουμε. Τα παιχνίδια δεν προσφέρουν γενικά κάποιο έντονο gameplay, παρά μόνο απαιτούν παρατηρητικότητα αντανακλαστικά και ψυχραιμία.
Στο φάσμα της ψυχραιμίας ανήκει και το να καταφέρεις να συμβιβαστείς από πολύ νωρίς με τον χειρισμό του παιχνιδιού. Η εντύπωση μου είναι πως όλη η προσοχή της ομάδας στράφηκε κυρίως στον οπτικό τομέα, με τον χειρισμό δυστυχώς να παραμένει στην ίδια εποχή με τα αρχικά παιχνίδια. Στον οπτικό τομέα αρχικά, δεν υπάρχουν τρομερές αλλαγές και παραμένει να μοιάζει με ένα παιχνίδι της γενιάς του PlayStation 2, απλά καλογυαλισμένο και σίγουρα εκσυγχρονισμένο και πιο όμορφο στο μάτι, χωρίς παρόλα αυτά να εντυπωσιάζει. Σίγουρα έχω δει τα τελευταία χρόνια μεγαλύτερες και πιο εντυπωσιακές διαφορές σε αντίστοιχες προσπάθειες. Πολλά από τα αντικείμενα στο περιβάλλον ήταν ανακυκλωμένα και τοποθετημένα παντού. Το γεγονός ότι έχω μεγαλώσει σε αυτή τη γενιά και την έχω αγαπήσει, βοηθάει επίσης στο να μην έχω πρόβλημα με τα γραφικά, κάτι για το οποίο δε θα μπορούσα να πω το ίδιο σε όποιον δεν έχει το ίδιο αίσθημα νοσταλγίας.
Όσον αφορά τον χειρισμό, θεωρώ κρίμα ένα παιχνίδι να έχει λίγα αρνητικά, αλλά αυτά να είναι εκ των βασικότερων ζητούμενων και να επηρεάζουν σε τόσο μεγάλο βαθμό την εμπειρία. Δυστυχώς, δε γνωρίζω την προσέγγιση των αρχικών παιχνιδιών σε αυτόν τον τομέα, αλλά στις remastered εκδόσεις υπάρχει σοβαρό θέμα. Τα φαντάσματα είναι ορατά μόνο μέσω της κάμερας κι εάν αυτά είναι επιθετικά μπορείς να τα σταματήσεις μόνο τραβώντας τα φωτογραφία. Το πρώτο πρόβλημα είναι ότι το κάθε κλικ για να τραβήξεις φωτογραφία έχει cooldown, οπότε δε μπορείς να τραβάς ανεξέλεγκτα και συνεχόμενα φωτογραφίες. Αποτελεί πρόβλημα γιατί αρκετά από τα φαντάσματα που συναντάμε, είναι πιο γρήγορα από το cooldown της φωτογραφίας, με αποτέλεσμα να μας επιτίθονται όσο εμείς παλεύουμε μάταια να ακούσουμε το πολυπόθητο κλικ της κάμερας, κάνοντας πίσω βήματα. Κάτι που το κάνει ακόμα πιο δύσκολο, είναι ότι όταν καταφέρουμε και κάνουμε ζημιά στα πνεύματα, μερικά εξαφανίζονται και εμφανίζονται πάλι σε κάποιο τυχαίο σημείο γύρω μας, το οποίο μπορεί να είναι και ακριβώς πίσω μας, δίνοντας πραγματικά μηδενικό χρόνο να αντιδράσουμε. Πραγματικά ένα λάθος κλικ μπορεί να σημαίνει και το τέλος μας. Η Linda από μόνη της είναι αργή στις κινήσεις της, παρόλα αυτά όσο πιο γρήγορη κι αν ήταν, θεωρώ αδύνατο να καταφέρεις να αντιδράσεις σε κάτι τέτοιες στιγμές. Για παράδειγμα, ανέβασα αρκετά το sensitivity του παιχνιδιού σε μια απέλπιδα προσπάθεια να βρω τρόπο να “νικήσω” το παιχνίδι, αλλά το μόνο που κατάφερα είναι να με πιάσει εν τέλη ναυτία.
Τεχνικά, επίσης δεν έχει προσεχθεί όσο θα έπρεπε, καθώς συνάντησα αμέτρητα glitches που σε μερικές ελάχιστες περιπτώσεις δεν υπήρχε καν διαφυγή. Το pop-up δήλωνε συνεχώς παρών σε όλα τα σημεία και μέρη του παιχνιδιού. Στα θετικά όμως, έχουμε ότι το παιχνίδι έτρεχε σταθερά και δεν παρατήρησα σκαμπανευάσματα στο framerate. Επίσης, η μουσική του και το sound design του γενικότερα με κέρδισε. Το ambient και οι ήχοι στο background δημιουργούσαν ένα εχθρικό περιβάλλον και σε πολλές περιπτώσεις σε άγχωνε για το τι πρόκειται να συναντήσεις στη συνέχεια. Όλα αυτά δημιουργούσαν μια αποπνικτική ατμόσφαιρα η οποία μου έκανε θετική εντύπωση, και για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, ήταν η σανίδα σωτηρίας μου για να ολοκληρώσω τα δύο παιχνίδια.
Το DreadOut – Remastered Collection δοκιμάστηκε στην OLED έκδοση του Nintendo Switch, και δε θα ήθελα σε καμία περίπτωση να κατηγορηθεί το hardware της κονσόλας για το αποτέλεσμα. Έχοντας δει και παίξει όλα αυτά τα παιχνίδια στην κονσόλα, θεωρώ αδικαιολόγητο να μη μπορεί να παρουσιαστεί ευπρεπώς ένα παιχνίδι από δύο γενιές πιο πίσω.
Η σειρά Dreadout ήθελε προφανώς να ξανασυστηθεί στον κόσμο, βγαίνοντας στο προσκήνιο σε μία έξυπνη περίοδο. Δυστυχώς όμως το κάνει με αρκετά τσαπατσούλικο τρόπο. Μπορεί η ατμόσφαιρα και τα τρομακτικά φαντάσματά του να ενισχύουν το αίσθημα του horror, τα πολλά όμως glitches και bugs, αλλά και ο χειρισμός του που έχει μείνει στη γενιά του PlayStation 2, κάνουν την εμπειρία πολύ δύσκολη για τον παίχτη. Όσο και αν προσπάθησα να πάω με τα νερά του, μου ήταν πρακτικά αδύνατο να δεθώ μαζί του. Βάζοντας τον τίτλο “συλλογή” επίσης, θα περίμενα να δω κάτι περισσότερο από το αρχικό παιχνίδι με το -πρακτικά- DLC του. Ήταν μια καλή ευκαιρία για το παιχνίδι να δημιουργήσει φασαρία γύρω από το όνομα του, που δυστυχώς το τελικό αποτέλεσμα δε βοηθάει σε αυτόν τον σκοπό. Τουλάχιστον όχι για τους καλούς λόγους.
Το Bossfight.gr ευχαριστεί θερμά την εκδότρια εταιρεία που μας παραχώρησε το παιχνίδι για τις ανάγκες του Review.
Περισσότερα σαν αυτό…

Fatal Frame

Forbidden Siren

Calling

Home Sweet Home

Πληροφορίες
- Είδος: Horror, Action
- Developer: Digital Happiness
- Publisher: Soft Source
- Πλατφόρμες: PlayStation, 4, PlayStation 5, Nintendo Switch
- Tested on: Nintendo Switch OLED
- Ημερομηνία κυκλοφορίας: 16 Ιανουαρίου
- PEGI: 18 (Extreme Violence)
- Players: Single Player
- Προοπτική: Third-Person
- Τιμή Κυκλοφορίας: 29.99€
- Links: Website, Twitter, PlayStation Store, Nintendo eShop