
Η MercurySteam που βρίσκεται πίσω από το Metroid Dread και το προσωπικά αγαπημένο μου, Castlevania: Lords of Shadow, “σφυρηλάτησε” ένα νέο IP στον κόσμο του Dark Fantasy genre, το Blades of Fire.
Η ιστορία μας ακολουθεί τον Aran de Lira, έναν μυστήριο αλλά δυναμικό πρωταγωνιστή και τον σαρκαστικό του ακόλουθο, τον Adso de Zelk. Μαζί είναι ένα αχτύπητο δίδυμο βλέποντας τους μέσα από τις εμπειρίες που ζουν αλλά και από τις εξυπνάδες του Adso που λέει συνεχώς κατά του Aran. Σίγουρα δεν είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε ένα duo από man και boy αλλά η συνεχής δυναμικότητα μεταξύ τους, με έκανε να τους αγαπήσω γρήγορα για ξεχωριστούς λόγους.
Πριν από πολύ καιρό, ο κόσμος κυβερνιόταν από μια φυλή πανίσχυρων γιγάντων, γνωστών ως The Forgers. Με τη σοφία τους, βασίλεψαν σε μια εποχή μεγαλοπρέπειας και θαυμάτων, μέχρι που ξέσπασε ένας καταστροφικός πόλεμος και ο πολιτισμός τους κατέρρευσε. Αντιμέτωποι με τη διαφαινόμενη απειλή του αφανισμού, οι Forgers δημιούργησαν τους ανθρώπους για να ακολουθήσουν τα βήματα τους και έτσι, τους χάρισαν την πιο πολύτιμη κληρονομιά, το μυστικό του Steel. Με αυτή τη γνώση, η ανθρωπότητα ανέβηκε στην εξουσία και κυριάρχησε σε όλα.
Έχουν περάσει χιλιάδες χρόνια και η πανίσχυρη βασίλισσα Nerea έχει δημιουργήσει ένα ξόρκι που μετατρέπει το Steel των εχθρών της σε πέτρα, διαστρεβλώνοντας την κληρονομιά των Αρχαίων Forgers εναντίον του μεγαλύτερου μέρους της ανθρωπότητας. Έτσι, η αποστολή του Aran είναι να σταματήσει τη βασίλισσα Nerea, ότι και να γίνει.
Θα δούμε τον Aran και τον Adso να ταξιδεύουν σε πολλαπλά μέρη, το καθένα με τη δικιά του μικρή ιστορία. Κάτι που εκτίμησα αρκετά στην εμπειρία μου με το παιχνίδι. Θα γνωρίσουμε επίσης αρκετούς καλογραμμένους χαρακτήρες, όπως τον Melcart, ένα φάντασμα με την προσωπικότητα του Brook από το One Piece, κυρίως για τα “νεκρά” αστεία του, τα οποία με έκαναν συνεχώς να περιμένω με ανυπομονησία την επόμενη του ατάκα. Όπως επίσης, το μέρος Crimson Fort με την κατάρα των Thaumaturgists και τον βασιλιά που ήταν ένα boss που μας κυνηγούσε συνεχώς σε όλο το region. Αυτές οι μικρές ιστορίες με κράτησαν σε αρκετό ενδιαφέρον και σε ανυπομονησία ώστε να δω τι μου επιφυλάσσει το επόμενο region, μέχρι να πάω σε πιο σημαντικά σημεία της ιστορίας.
Ένας μηχανισμός που μου κέντρισε το ενδιαφέρον από την αρχή, είναι πως στο Blades of Fire ο Adso δεν είναι εκεί για να μας βοηθήσει στη μάχη, αλλά για να μας βοηθήσει στο να μάθουμε την ιστορία του κόσμου, να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τους εχθρούς μας καλύτερα. Αυτό γίνεται χάρη στο εμπλουτισμένο bestiary του παιχνιδιού, που το καλύπτει ο Adso, όσο περισσοτέρους εχθρούς σκοτώνουμε μας δίνει και περισσότερα tips για το πώς να τους νικήσουμε πιο εύκολα, αλλά ταυτόχρονα να μάθουμε περισσότερα και για τον Aran μέσα από την κουβέντα τους. Ο Adso θα μου μείνει ίσως από τους πιο καλογραμμένους companion χαρακτήρες λόγο της ιστορίας του, στο dynamic του με τον Aran αλλά και το πόσο βοηθητικός είναι με τα bestiary notes του και δίνοντας καθοδήγηση στο τι πρέπει να κάνουμε μετά. Αξίζει εδώ να αναφέρω, πως το παιχνίδι έχει και “mute button” για τον Adso, που μπορείτε να τον στείλετε πίσω στο camp. Αλλά δεν προτείνω να χάσετε μια ευκαιρία να ζήσετε μια εμπειρία τέτοιου χαρακτήρα.
Αρκετά σημαντικό να σημειωθεί για το Blades of Fire, είναι πως δεν είναι κάποιο Hack n’ Slash. Το combat σύστημα του είναι απλό και έξυπνο ταυτόχρονα. Επιλέγουμε εμείς που θα χτυπήσουμε με το όπλο μας, περίπου όπως έχουμε δει και στο For Honor, ώστε να έχουμε το καλύτερο αποτέλεσμα σε κάθε μάχη – με κάθε εχθρό.
Σημαντική είναι επίσης, η αναφορά στη λεπτομέρεια που πρέπει να προσέξουμε στους εχθρούς και στα όπλα μας, διότι υπάρχουν πολλές ιδιότητες που παίρνουν μέρος σε μία μάχη. Κάθε όπλο έχει το την ιδιότητά του να είναι piercing όπως ένα Spear ή να είναι slashing όπως τα daggers αλλά χάρη στο έξυπνο combat mechanic του, μερικά όπλα έχουν την ιδιότητα να αλλάζουν από piercing σε slash ή το ανάποδο. Αυτό μας επιτρέπει να είμαστε πάντα έτοιμοι για τους αρκετούς εχθρούς που θα αντιμετωπίσουμε στο δρόμο μας, με προσοχή, γιατί ο κάθε εχθρός θέλει και τον κατάλληλο τρόπο καταπολέμησης. Για παράδειγμα, δε θα είναι το ίδιο να πολεμήσουμε έναν σκελετό με ένα dagger παρά με ένα hammer. Αυτοί οι έξυπνοι μηχανισμοί του παιχνιδιού με έβαλαν γρήγορα στο κλίμα, και κατάλαβα ότι έχω κάτι ιδιαίτερο στα χέρια μου.
Ένα κύριο σύστημα του παιχνιδιού είναι η κατασκευή και συντήρησή των όπλων. Κατευθείαν από την πρώτη στιγμή, ένιωσα vibes από το Let It Die όπου όσο καλό όπλο και να έχω, ξέρω ότι κάποια στιγμή θα πρέπει να το αποχαιρετήσω. H συλλογή των matterials που χρειαζόμαστε για να φτιάξουμε αυτά τα όπλα δεν το βρήκα ποτέ μου αγγαρεία, κάτι που σε άλλα παιχνίδια με κρατούσε από το να κάνω ένα βήμα παραπάνω ώστε να φτιάξω κάτι που πραγματικά ήθελα, κάτι που εκτίμησα αρκετά. Επίσης, ο τρόπος που ανακαλύπτουμε νέα όπλα ή μέρη για το crafting μας το βρήκα αρκετά rewarding, όπου ουσιαστικά με τον τρόπο του, σε ωθούσε να ανακαλύψεις νέους εχθρούς και να εξερευνήσεις τον κόσμο του.
Ακόμα και αν το παιχνίδι θεωρείται κατά κάποιο τρόπο ένα souls-like, με το checkpoint system του, τα Anvils, το κλασσικό σύστημα που πρέπει να πάρουμε τα πράγματα μας εκεί που έγινε ο θάνατος μας. Με τον τρόπο που μοιάζει το combat και το stamina managment και τα i-frames του στις αποφυγές, δε βρήκα κάποια δυσκολία στο παιχνίδι, ακόμα και στην τελευταία επιλογή που μας δίνεται. Το μόνο ίσως που θα ήταν διαφορετικό αρκετά με τις αρχικές δυσκολίες, θα είναι το πόσο γρήγορα θα χαλάνε τα όπλα μας και το πόσο δύσκολο θα είναι το crafting minigame. Όπου μπορώ να αναφέρω, ότι κάθε φορά ανυπομονούσα να φτιάξω ένα όπλο, όχι για να το χρησιμοποιήσω, αλλά για να δω τι νέο που επιφυλάσσει το crafting minigame.
Το Blades Of Fire είναι ένα semi-linear παιχνίδι, όπως έχουμε δει στο Dark Souls 3. Όπου τα regions του μπορεί να ενώνονται αλλά δεν είναι open world. Αυτό μερικές φορές έκανε το ταξίδι μου στον κόσμο του τρομερά κουραστικό, διότι ακόμη και αν είχε αρκετά καλό checkpoint system, το level design με έκανε να ζήσω flashbacks από την εμπειρία μου με το Gongaga region από το Final Fantasy Rebirth.
Βλέπετε, δεν υπάρχει ποτέ ξεκάθαρο σημείο πορείας στο παιχνίδι αλλά αρκετά “fetch quests” για το μισό κομμάτι της ιστορίας. Αυτό μαζί με το χαοτικό level design όπως στο Crimson Fort ή στο Doyen Graves, έφτασα σε σημείο να χάνομαι αρκετές φορές. Το παιχνίδι έχει αρκετό rewarding exploration, που είναι καλό, αλλά με την έλλειψη κάποιου waypoint, μπορώ να φανταστώ ότι θα αποθύσει αρκετούς παίχτες από το να το κάνουν. Τουλάχιστον, με την έλλειψη της δυσκολίας που προαναφέρθηκε προηγουμένως, τους περισσότερους εχθρούς τους αποτελείωνα με ένα-δύο χτυπήματα, κάτι που μου έκανε αυτό το “βάσανο” καλύτερο, αλλά ταυτόχρονα δεν ένιωθα την αίσθηση του κινδύνου ή της απώλειας των όπλων μου, όπως θέλει να εννοήσει το παιχνίδι.
Το τεχνικό του κομμάτι ήταν αρκετά εντυπωσιακό, το παιχνίδι έτρεχε με σταθερό 4K upscaled σε 60FPS στο PS5 Pro, όπου και έγινε αυτό το review. Οι μόνες εξαιρέσεις που υπήρχαν κάποιες πτώσεις ήταν όταν ο Aran έκανε respawn ή Fast Travel αλλά εντός του gameplay, δεν υπήρχαν καθόλου frame drops.
Δυστυχώς, στο ακουστικό κομμάτι το μεγαλύτερο μέρος του soundtrack δε μου έμεινε ή μου πέρασε τελείως αδιάφορο πέρα από το main theme του παιχνιδιού. Αλλά μπορώ να πω ότι μου άρεσε αρκετά η δουλειά που έγινε στο sound design. Όπως οι ήχοι των εχθρών, των σπαθιών που χτύπαγαν μεταξύ τους αλλά και του γενικού κόσμου, ήταν αρκετά προσεγμένος.
Με ένα τολμηρό release, η MercurySteam επιστρέφει στο Dark Fantasy Genre με το νέο της IP, το Blades of Fire. Μια ιστορία λύτρωσης με αρκετούς έξυπνους μηχανισμούς, καλογραμμένους χαρακτήρες και έναν κόσμο βγαλμένο από παραμύθι αλλά οι επιλογές του στην έλλειψη της καθοδήγησης και του φρικιαστικού level design, το αποτρέπουν να πάει ένα βήμα παραπέρα.
Το Bossfight.gr ευχαριστεί θερμά την εκδότρια εταιρεία που μας παραχώρησε το παιχνίδι για τις ανάγκες του Review.
Περισσότερα σαν αυτό…

The Surge

Castlevania: Lords of Shadow

Lies of P

God Of War

Πληροφορίες
- Είδος: Adventure, RPG
- Developer: MercurySteam
- Publisher: 505 Games
- Πλατφόρμες: PlayStation 5, Xbox Series, PC (Epic Games)
- Tested on: PlayStation 5 Pro
- Ημερομηνία κυκλοφορίας: 22 Μαΐου
- PEGI: 18 (Bad Language, Violence)
- Players: Single Player
- Προοπτική: Third Person
- Τιμή Κυκλοφορίας: 59.99€
- Links: Website, Twitter, PlayStation Store, Xbox Store, Epic Games Store